Μένανδρος Δειοπείθους Κηφισσιεύς


Μένανδρος Δειοπείθους  Κηφισσιεύς 
O Μένανδρος (Αθήνα, 342-292 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, εκπρόσωπος της Νέας Κωμωδίας. Στην εποχή του θεωρείται ότι έχει πια παρέλθει ο "χρυσός αιώνας" του αρχαιοελληνικού δράματος και ότι οι ηθοποιοί είχαν ήδη αποκτήσει πιο σημαντικό ρόλο από ό,τι οι δραματουργοί.

 Σημαντικότερος αντίπαλός του ήταν ο Φιλήμων, προς τον οποίο έκλινε η προτίμηση των Αθηναίων.Ήταν γιος του Διοπείθη από την Κηφισιά. Η οικογένειά του ήταν ευκατάστατη.
Η περιουσία που κληρονόμησε, του επέτρεψε να ασχοληθεί με τη συγγραφή. Θείος του ήταν ο ποιητής της Μέσης Κωμωδίας Άλεξις και μάλλον ο πρώτος του δάσκαλος στο θέατρο. Είχε δάσκαλό του στη φιλοσοφία τον Θεόφραστο.
Έκανε τη στρατιωτική του θητεία μαζί με τον φιλόσοφο Επίκουρο. Ήταν φίλος του Δημητρίου Φαληρέα, μια φιλία εξ αιτίας της οποίας, μετά την αποπομπή του Δημητρίου, κινδύνευσε η ζωή του. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος Σωτήρ τον κάλεσε κοντά του, αλλά ο Μένανδρος δεν αποδέχτηκε την πρόσκληση.

Η Οικία  του Μαινάνδρου στην Πομπηία με την μορφή του σε επίτοιχη ζωγραφική 

 Το σπίτι του βρισκόταν στη Φρεαττύδα και κατά την παράδοση πνίγηκε ενώ
έκανε μπάνιο στην πειραϊκή ακτή.Του αποδίδονται πάνω από εκατό έργα, ενώ αναφέρεται ότι έλαβε το πρώτο βραβείο οκτώ φορές, δυστυχώς από το έργο του έχουν απομείνει μόνο πέντε ελλιπείς κωμωδίες.
Το πρώτο θεατρικό έργο του Μενάνδρου είχε τον τίτλο «Οργή» και ανέβηκε το 321 π.Χ.
Το μοναδικό ολοκληρωμένο έργο του που σώζεται είναι ο «Δύσκολος», που θεωρείται ότι το έγραψε στο ξεκίνημα της καριέρας του. Θέμα των κωμωδιών του είναι η κοινωνία της Αθήνας σε μια εποχή αναστατώσεων μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Δεν τον ενδιαφέρουν οι πολιτικές εξελίξεις. Εστιάζει στα πρόσωπα με τις επιθυμίες, τα πάθη, τα ελαττώματα και τις αρετές τους. Οι ιστορίες του έχουν σημείο αναφοράς τον έρωτα των νέων και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μέχρι να πετύχουν την πολυπόθητη ένωσή τους.


Τοιχογραφία από την Casa di Menandro στην Πομπηία, η οποία απεικονίζει τον Μένανδρο να μελετά 

 Η Αρχαία ή Παλαιά Κωμωδία περιλαμβάνει τα κωμικά δράματα που γράφτηκαν τον 5ο αιώνα π.Χ. με κορυφαίους του είδους τον Κρατίνο, τον Αριστοφάνη και τον Εύπολι. Η λεγόμενη Μέση Κωμωδία καλύπτει τα κωμικά έργα που γράφτηκαν χονδρικά από τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. μέχρι τον θάνατο του Αλεξάνδρου (323 π.Χ.)· συμβατικά λοιπόν περιλαμβάνει και τις δύο τελευταίες σωζόμενες κωμωδίες του Αριστοφάνη (Εκκλησιάζουσες και Πλούτος), μαζί με τα έργα σημαντικών ποιητών όπως ο Αναξανδρίδης, ο Άλεξις, ο Εύβουλος και ο Αντιφάνης. Η Νέα Κωμωδία αποτελεί την περίοδο με τη μεγαλύτερη διάρκεια και αντοχή στον χρόνο, αφού συμβατικά καλύπτει τα χρόνια από τον θάνατο του Αλεξάνδρου μέχρι και το τέλος του 2ου αι. μ.Χ. περίπου, οπότε κατά τα φαινόμενα παύει η παραγωγή πρωτότυπου κωμικού δράματος. Αρχηγέτης της Νέας Κωμωδίας θεωρείται ο Μένανδρος (342-290 π.Χ), αλλά επάξια στέκονται πλάι του ποιητές όπως ο Φιλήμων, ο Δίφιλος, ο Φιλιππίδης και ο Απολλόδωρος ο Καρύστιος.ΕΚ ΤΟΥ antonispetrides.wordpress.com


  Νέα Κωμωδία -Μένανδρος 
(σύντομη αναφορά στη ζωή και το έργο του)


 Από την Αριστοφανική Κωμωδία με θέματα κυρίως μυθολογικά – πολιτικά, γλώσσα ποιητική αλλά ελευθεριάζουσα με βωμολοχίες, χορικά σχετικά με την υπόθεση του έργου περάσαμε στη Μέσα και στη Νέα Κωμωδία. Η τελευταία διακωμωδεί καταστάσεις μελών εύπορης μερίδας της κοινωνίας, με καθημερινή ομιλία χωρίς ακρότητες και χορικά ως εμβόλιμα στοιχεία, με σκοπό να περάσει συμβατικά ο χρόνος και να ξεκουραστεί  ο θεατής. Αντιπρόσωποί της ο Απολλόδωρος , ο Δίφιλος, ο Ποσείδιππος, ο Φιλήμων και σημαντικότερος ο Μένανδρος.

   Ο Μένανδρος ( 343-290π.Χ) ήταν Αθηναίος πολίτης. Διδάχτηκε τη δραματική τέχνη από τον ποιητή Άλεξι και δέχτηκε την επίδραση του Επίκουρου και του Θεόφραστου στο σχεδιασμό των ανθρώπινων τύπων. Σήμερα είναι γνωστοί οι τίτλοι 96 κωμωδιών του, αποσπάσματα των οποίων υπάρχουν. Σε παπύρους  έχει διασωθεί ολόκληρη η κωμωδία «Δύσκολος», σχεδόν πλήρως η «Σαμία» κι αρκετά η «Ασπίς». Άλλα έργα του : «Γεωργός» , «Επιτρέποντες» ( Διαιτησία), «Ήρως», «Θεοφορούμενη», «Κιθαριστής», «Κόλλαξ», «Κωνειαζόμενοι», «Μισούμενα», «Περικειρομένη», «Περίνθια», «Φάσμα» με πολύ ελλιπείς στίχους.

 Έλληνες και λατίνοι συγγραφείς των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων πιστοποιούν τη δημοτικότητά του, η οποία φαίνεται κι από την απεικόνιση σκηνικών από 11 κωμωδίες του στο μωσαϊκό πολυτελούς κτιρίου στη Μυτιλήνη, κατά τον 3ο αιώνα μ.Χ.


Σκηνές από έργα του Μενάνδρου στην οικία στην Μυτιλήνη 3 αι μ.Χ.  

 Η δραματική του τέχνη είναι άψογη, με εύστοχη απόδοση της πραγματικότητας  ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος είχε πει: « Ω Μένανδρε καί βίε, πότερος αρ υμων πότερον απεμιμήσατο ; » . Ο ρεαλισμός του όμως δεν είναι πιστή αντιγραφή της ζωής, αλλά δημιουργία τύπων που φιλοδοξούν να είναι άνθρωποι, όπως εκφράζεται στο γνωστό στίχο του «ως χαρίεν εστ’ ανθρωπος, αν ανθρωπος η » .

Χαρακτηριστικές μάσκες θεάτρου της «Νέας Κωμωδίας»

 Η ιδιαίτερη σημασία της Νέας Κωμωδίας κι ειδικά του Μενάνδρου βρίσκεται στο ότι αυτή αποτέλεσε πρότυπο για τη νεότερη ευρωπαϊκή κωμωδία, μέσα από τα έργα των λατίνων κωμικών Πλαύτου και Τερέντιου. Έτσι, η γέννηση της κωμωδίας ηθών των νεότερων χρόνων της Ευρώπης, που εξελίχθηκε ως κοινωνική κωμωδία με διάφορες παραλλαγές, μπορεί να τοποθετηθεί στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ.

Ψηφιδωτό του 3ου αι. μ.Χ. με την επιγραφή “Μένανδρος”. Από τη λεγόμενη Οικία του Μενάνδρου στη Μυτιλήνη.

Διασκευή – μετάφραση και χαρακτήρες του έργου.

 Η «Πεικειρομένη» [1] είναι από τα λίγα έργα του Μενάνδρου που έχει σωθεί με μικρές απώλειες στίχων. Έτσι, η διασκευή – μετάφραση βασίστηκε στο παπυρικό κείμενο , τα σχόλια του Θρ. Σταύρου (Μένανδρος – κωμωδίαι, εκδ. Ζαχαρόπουλος)[2]και τη σύγχρονη ειδησεογραφία. Προστέθηκε ως πρόσωπο το παραπαίδι Σκαπίνο, αναφορά στην commedia dell’arte. Σε μερικά σημεία έχει διατηρηθεί το αρχαίο κείμενο, όπου δε δημιουργεί δυσκολίες κατανόησης, επισημάνοντας έτσι τη συνέχεια της γλώσσας μας.

Μινιατούρες μάσκες από τερακότα με κωμικούς  χαρακτήρες από τη Νέα Κωμωδία, από το ελληνικό Λίπαρι,της Μεγάλης Ελλάδας  1ο  ήμισυ  του 3ου αι. π.Χ. Δεξιόστροφα από επάνω αριστερά: (1) "Οι ηλικιωμένος σκλάβος» (2) «Η κοντοκουρεμένος άνθρωπος" (3) "Ο σκλάβος κεφαλή " (4) "Ο σκλάβος  μάγειρας"

 Η γλώσσα του Μενάνδρου είναι απλή, οι ήρωές του καθημερινοί σε καταστάσεις ρεαλιστικές. Η πινελιά του σκιαγραφεί χαρακτήρες που εξελίσσονται στη διάρκεια του έργου, με σεβασμό στις Αξίες : αξιοπρέπεια, μετάνοια, αγάπη. Ο οξύθυμος πολεμιστής αναγνωρίζει το λάθος του και ζητά την επανασύνδεση της σχέσης με την αγαπημένη του. Η κοπέλα, κυρία του εαυτού της, νιώθει την προσβολή, μεγαλόθυμη  όμως συγχωρεί το άπρεπο φέρσιμο του αρραβωνιαστικού της. Ο γέρο – φίλος μέμφεται τον εαυτό του για την αδυναμία του στις κακοτυχίες και προσπαθεί πια να δίνει σωστές συμβουλές. Η θεότητα Άγνοια, που παίρνει στην οικεία διασκευή και την αντίθετή της όψη ως Γνώση, παίζει καταλυτικό ρόλο είτε ως Πεπρωμένο είτε ως ο ίδιος ο ποιητής που κατατοπίζει τους θεατές και ζητά την εύνοιά τους.


Ψηφιδωτά 3 αι .μ.Χ.  από σκηνές με έργα του Μέανδρου  Από τη λεγόμενη
 Οικία του Μενάνδρου στη Μυτιλήνη.

 Και τα υπόλοιπα όμως πρόσωπα του έργου διανθίζουν το έργο:
 ( Μοσχίωνας, νεαρός κανακεμένος, άλλοτε ορμητικός στον έρωτά του κι άλλοτε μελαγχολικός – Δάος, ο δούλος με τις κατεργαριές και τα σκαρφίσματα του – Δωρίδα, η ομογάλακτη φίλη με τη γυναικεία διαίσθηση κι ευαισθησία – Σωσίας ο επιστήθιος συμπολεμιστής στα πρότυπα του ομηρικού ήρωα σε μια εποχή όπου η αίγλη του πολέμου έχει ξεπεραστεί από τη σύνεση και τη διπλωματία. Το έργο αποπνέει   δροσιά και διαχρονικότητα, καθώς σ’ αυτό βλέπομε τις αδυναμίες – τα ελαττώματα αλλά και τον αγώνα – τις αρετές του ανθρώπου.
   Για το λόγο αυτό τα κοστούμια είναι εμπνευσμένα από ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές ( χωρίς κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό) και η όλη παράσταση επενδύθηκε με ελληνικά παραδοσιακά και σύγχρονα ακούσματα.

(1) κείρω = κουρεύω, αποκόβω – καταστρέφω (μεσ.παθ. κείρομαι)
(2) Θρ. Σταύρου «Μένανδρος – κωμωδία» εκδ. Ζαχαρόπουλος.


Μωσαϊκό που απεικονίζει σκηνή από tτο έργο του  Μενάνδρου « Κυρίες στο μεσημεριανό γεύμα,» με βάση πίνακα ζωγραφικής του Διοσκουρίδη της Σάμου, από τη βίλλα του Κικέρωνα, Πομπηία.

Χορικά
 Στο α΄ χορικό υμνείται η θάλασσα κι η ελληνική φύση, παράγοντες που συνηγορούν στην ανάπτυξη του ελεύθερου πνεύματος και του έρωτα για τη ζωή.  Η κυρά Μυρρίνη εμφανίζεται ως φιγούρα του θεάτρου σκιών στο β΄ χορικό – ενώ στο αρχικό κείμενο είναι βουβό πρόσωπο που με τη φιγούρα του Καραγκιόζη ξεπήδησαν από ένα καβειρικό αγγείο, ενώ το Κολλητήρι είναι από ένα ξύλινο αναθηματικό πίνακα της Κορίνθου του 540π.Χ. Παρ’ όλο που επικρατεί η άποψη ότι το θέατρο σκιών ήρθε στη χώρα μας επί Τουρκοκρατίας ίσως αν ανατρέξουμε στα μελανόμορφα αγγεία της ελληνικής αρχαιότητας ν’ ανακαλύψουμε μια άλλη εκδοχή για τις ρίζες του. Ο Κ. Μπίρης σε μελέτη του καταλήγει πως «ο λεγόμενος τούρκικος καραγκιόζης κατάγεται από λατρευτικές εκδηλώσεις των Ελευσίνιων και των Καβείριων Μυστηρίων, όπως διαμορφώθηκαν στην αρχαία Αθήνα». Κι άλλοι μελετητές ( Ι. Παμπούκης, ο ζωγράφος Γ. Τσαρούχης, ο ποιητής και ζωγράφος Ν. Εγγονόπουλος) συμφωνούν στην ελληνική καταγωγή του καραγκιόζη.
 Στο γ΄ χορικό η θεότητα συμπαραστέκεται στον ερωτευμένο νεαρό με ένα μικρασιάτικο τραγούδι και στη συνέχεια μ’ ένα σύγχρονο στίχο υμνεί τον καημό της αγάπης.
 Στο δ΄ χορικό σ’ ένα χορό κατεξοχήν ομαδικό υπογραμμίζεται η συντροφικότητα ως στοιχείο άμυνας σε δύσκολες στιγμές που η Μοίρα επιφυλάσσει. Η θεότητα Άγνοια-Γνώση όμως παραγγέλλει ότι «άτρωτη ασπίδα είναι το Δίκαιο στην καρδιά μας». Το έργο τελειώνει με το ε΄ χορικό, ένα πανηγύρι χαράς και θριάμβου της αγάπης, σαν αυτά στα οποία μετέχουμε σε κοινωνικές εκδηλώσεις του καιρού μας, όπου «μαντινάδες μοιράζονται με ζάχαρη απάνω», αποστάγματα λαϊκής σοφίας και λεβεντιάς.
Κείρω = κουρεύω, αποκόβω, καταστρέφω

Μωσαϊκό που απεικονίζει σκηνή από το έργο
του Μενάνδρου «Θεοφορύμενη»

Υπόθεση του έργου: Ο Μοσχίωνας κι η Γλυκέρα είναι δίδυμα αδέλφια που ανεθράφηκαν από διαφορετικές γυναίκες, καθώς ο πατέρας τους τα έδωσε προς έκθεση * όταν γεννήθηκαν, γιατί η μητέρα τους πέθανε στη γέννα κι ακόμα είχε χάσει όλη την περιουσία του .
Η Γλυκέρα ξέρει το μυστικό, γι’ αυτό δεν αντιδρά, όταν ο γείτονας Μοσχίωνας τη φιλά. Ο αρραβωνιαστικός της όμως Πολέμωνας που βλέπει τη σκηνή οργίζεται και της κόβει τις πλεξίδες. Αυτή καταφεύγει στην κυρά Μυρρίνη, που είναι η θετή μητέρα του αδελφού της, για να της αποκαλύψει τη συγγένεια και να ζητήσει βοήθεια. Ο δούλος Δάας όμως λέει ψέματα στο Μοσχίωνα ότι γι’ αυτόν πήγε στο σπίτι του η κοπέλα.
 Ο Πολέμωνας ζητά τη συνδρομή του γέρου φίλου του Πάταικου ως μεσολαβητή για να τον συγχωρήσει η Γλυκέρα και του δείχνει τα πράγματά της. Ανάμεσα σ’ αυτά υπάρχει και το πλουμιστό υφαντό που ήταν τυλιγμένο το μωρό. Από το ύφασμα αυτό οδηγείται ο Πάταικος στην αναγνώριση των παιδιών του, Μοσχίωνα και Γλυκέρας. Ο Πολέμωνας μετανοεί για το λάθος του, συγχωρείται κι οδηγούνται σε γάμο *
(*Συνηθισμένο θέμα και κατάληξη της Νέας Κωμωδίας)




Ένα άγνωστο χειρόγραφο με έργο του Μενάνδρου 


Ρωμαϊκή προτομή του Μενάνδρου (αντίγραφο ελληνιστικού πρωτοτύπου). Γλυπτοθήκη του Μονάχου 

Διαβάστε τι αποκάλυψε σε ανύποπτο χρόνο ο διακεκριμένος Έλληνας θεατρολόγος κ Γιάννης Γ. Ιορδανίδης, Πτυχιούχος Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, σε ένα πρόγραμμα θεάτρου του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, που ανέβασε τα έργα του Μενάνδρου «Δύσκολος» και «Σαμία» κατά τη θεατρική περίοδο 1975-1976...Μένανδρος (342-292 π.Χ.). Ήταν αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, εκπρόσωπος της Νέας Κωμωδίας. Στην εποχή του θεωρείται ότι έχει πια παρέλθει ο "χρυσός αιώνας" του αρχαιοελληνικού δράματος και ότι οι ηθοποιοί είχαν ήδη αποκτήσει πιο σημαντικό ρόλο από ό,τι οι δραματουργοί. Παρόλο που του αποδίδονται πάνω από εκατό έργα, αναφέρεται ότι έλαβε το πρώτο βραβείο οκτώ φορές ενώ από το έργο του έχουν απομείνει πέντε ελλιπείς κωμωδίες.
Είναι γνωστή η μοίρα των αρχαίων ελληνικών χειρογράφων, που εδώ και αιώνες όλοι πίστευαν –και εξακολουθούν να πιστεύουν- ότι τα χειρόγραφα αυτά καταστράφηκαν με την πυρπόληση της Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας.  Κι όμως!.. Σε τακτά χρονικά διαστήματα κάνουν την εμφάνισή τους έργα Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, όπως αυτό του Μένανδρου με τίτλο «ΔΥΣΚΟΛΟΣ ή ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ», που βρέθηκε σε ιδιωτική συλλογή Ελβετού τραπεζίτη, επαληθεύουν την θεωρία του γράφοντος ότι τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα δεν κάηκαν με την πυρπόληση της Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας, αλλά υπάρχουν αντίγραφα παντού!

Αξίζει, λοιπόν, να διαβάσουμε τι έγραψε σε ανύποπτο χρόνο ο διακεκριμένος Έλληνας θεατρολόγος κ Γιάννης Γ. Ιορδανίδης, Πτυχιούχος Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, σε ένα πρόγραμμα θεάτρου του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, που ανέβασε τα έργα του Μενάνδρου «Δύσκολος» και «Σαμία» (1975-1976). ΣΑΚΚΕΤΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ www.sakketosaggelos.gr


Ο πάπυρος από το  Αρχείον Μπόντμερ


Τίτλος του άρθρου: «Ανακαλύψεις χειρογράφων και σκηνικές ερμηνείες»

«Ο Μένανδρος, ανάμεσα στους εξηντατέσσερις ποιητές της Νέας Αττικής Κωμωδίας που γνωρίζουμε τα ονόματα τους, δίκαια έχει κερδίσει τον τίτλο του κορυφαίου. Ο ποιητής όμως αυτός, που από συγχρόνους και κατοπινούς θεωρήθηκε σαν ένας απ' τους πιο μεγάλους Αθηναίους δραματουργούς, δεν ευνοήθηκε ιδιαίτερα από την τύχη ούτε στα 52 χρόνια της ζωής του, ούτε και μετά το θάνατο του. 

Από τις εκατό και πάνω κωμωδίες που είχε γράψει, και παρά το γεγονός πως οι σύγχρονοί του Αθηναίοι έτρεφαν θαυμασμό γι' αυτόν και το έργο του, πρώτο θεατρικό βραβείο δεν πήρε παρά μόνο για οκτώ απ' αυτές. 
Κι' ακόμα, το μεγάλο σε όγκο — αλλά και θεατρική και ποιητική αξία — έργο του στάθηκε για πολλούς αιώνες «ο μεγάλος άγνωστος». Ως τα χρόνια μας καμιά από τις κωμωδίες του δεν είχε φτάσει ολόκληρη.
 Η φήμη του για 2.000 περίπου χρόνια διατηρήθηκε μονάχα απ' τα μικρά ή μεγάλα αποσπάσματα ορισμένων έργων του, τα γνωμικά του που διάσωσαν αρχαίοι συγγραφείς, κι' από τις ελεύθερες διασκευές έργων του που έκαναν οι Λατίνοι κωμωδιογράφοι. 
Οι νεώτεροι ερευνητές υποθετικά μάλλον, μπορούμε να πούμε, είχαν χαρακτηρίσει την τέχνη του, την ποιητική του προσωπικότητα, τη συμβολή του στη Νέα Αττική Κωμωδία και την επίδρασή του στην εξέλιξη γενικά της θεατρικής τέχνης.

Το πρώτο μεγάλο βήμα για την γνωριμία μας με το Μένανδρο έγινε στα 1907, όταν πρωτοδημοσιεύτηκε ένας πάπυρος που περιείχε μερικά μεγάλα αποσπάσματα από κωμωδίες του, ανάμεσά τους και 350 στίχους από τη «ΣΑΜΙΑ». Το επόμενο βήμα έγινε ύστερα από μισόν αιώνα.
Καθώς είναι αυτονόητο, η ανακάλυψη μιας ολόκληρης κωμωδίας του Μένανδρου δεν αποτελεί μονάχα ένα θεατρολογικό ή ένα φιλολογικό γεγονός, αλλά είναι συγχρόνως κι' ένα γεγονός σημαντικό για τον πνευματικό μας πολιτισμό. 
Από την μεγάλη αλυσίδα της Ιστορίας του Παγκόσμιου Θεάτρου έλειπε ένας κρίκος, κι' ένας κρίκος όχι κοινός. Το κενό αυτό καλύφθηκε μόλις στα 1957 απ' τον καθηγητή της Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, τον Βικτόρ Μαρτέν, όταν, μέσα στα σπάνια χειρόγραφα της συλλογής του αρχαιόφιλου Ελβετού τραπεζίτη Μαρτίν Μπόντμερ, βρήκε έναν αιγυπτιακό πάπυρο στον οποίο και αναγνώρισε το κείμενο τής κωμωδίας του Μένανδρου «ΔΥΣΚΟΛΟΣ ή ΜΙΣΑΝΘΑΡΩΠΟΣ».
 Η κωμωδία, αφού μεταγράφηκε, τυπώθηκε στα 1958 στη Γενεύη, γεγονός που χαιρετίστηκε μ' ενθουσιασμό απ' τους ελληνιστές όλου του κόσμου.

Πάπυρος με έργο του Μενάνδρου 

Στον ίδιο αυτό πάπυρο υπήρχε και το μεγαλύτερο μέρος (εκτός από κενά στην α' και β΄ πράξη) της κωμωδίας «ΣΑΜΙΑ», συγκεκριμένα, 400 ακόμα στίχοι, μαζί μ' εκείνους που ήταν ήδη γνωστοί εδώ και πενήντα χρόνια. Το κείμενο όμως αυτό δεν είδε το φως της δημοσιότητας παρά μόνο στα 1969. Στο μεταξύ, από μια περίεργη σύμπτωση, κι' άλλοι πάπυροι τα τελευταία χρόνια μας αποκαλύπτουν εκτεταμένα κομμάτια από χαμένες κωμωδίες του ποιητή, που τη στιγμή αυτή βρίσκεται στο κέντρο των φιλολογικών μελετών.

Στο Νεοελληνικό θέατρο ο Μένανδρος παρουσιάζεται με την κωμωδία του «ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ» (ένα μεγάλο απόσπασμα περιέχεται στον πάπυρο του 1907 μαζί με την «Σαμία») ή πιο συγκεκριμένα με τη σκηνή της διαιτησίας της ίδιας κωμωδίας. 
Πρωτοπαίζεται στα 1908 (δηλαδή αμέσως μόλις ο αρχαιολόγος Λεφέβρ ανακάλυψε στην Αίγυπτο τους πάπυρους με τα έργα του ποιητή), σε μια έκτακτη παράσταση και σε μετάφραση του Ευστρ. Ευστρατιάδη.

Μετά 51 χρόνια (1959), η ίδια κωμωδία, τώρα σε μετάφραση και συμπλήρωση Ν. Σφυρόερα, ανεβαίνει απ' το «θέατρο του 59» με σκηνοθεσία του Κανέλ. Αποστόλου, σκηνικά - κοστούμια Λίζας Ζαΐμη και μουσική Γ. Πλάτωνος.


Πάπυρος με έργο του Μενάνδρου 

Ο «ΔΥΣΚΟΛΟΣ» πρωτοπαρουσιάζεται, μετά την ανακάλυψη του, τον Ιούνιο του 1959 σε γαλλική μετάφραση Μπ. Μπουβιέ και Πην. Φωτιάδη από το «Θέατρο της Γκαρούζ» στη Γενεύη. Στην Ελληνική σκηνή πρωτοπαίζεται από το Εθνικό Θέατρο στο Φεστιβάλ της Επιδαύρου (10.7.60) και την ίδια χρονιά στην Ε' περίοδο Αττικής Κωμωδίας και στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών στο θέατρο Ηρώδη Αττικού σ' ένα πρόγραμμα μαζί με την «Λυσιστράτη». Η μετάφραση είναι του Θρασύβουλου Σταύρου, η σκηνοθεσία του Αλέξη Σολομού, η σκηνογραφία και τα κοστούμια του Παύλου Βλάχου, η μουσική σύνθεση του Νίκου Σκαλκώτα και η χορογραφία της Τατιάνας Βαρούτη (Μαμάκη). Η παράσταση αυτή του «ΔΥΣΚΟΛΟΥ» είναι ιδιαίτερα σημαδεμένη απ' το γεγονός, πως ο Γιώργος Γληνός, με την ερμηνεία τού Κνήμωνα, έδωσε τον τελευταίο ρόλο της θεατρικής του σταδιοδρομίας.


 Ανάγλυφο ρωμαϊκής περιόδου του 1ου αι. μ.Χ., που απεικονίζει τον Μένανδρο να μελετά τα προσωπεία που χρησιμοποιούσε στις παραστάσεις του.



ΣΤΟΙΧΟΙ ΑΠΟ ΤΟ “Θεατή Δυσαρεστημένο”:

«Απέρχομαι, απέρχομαι. Μη κράτει με.
Της αηδίας και ανίας είμαι θύμα.».
«Πλην μειν’ ολίγον χάριν του Μενάνδρου. Κρίμα
τόσον να στερηθής». «Υβρίζεις, άτιμε.

»Μένανδρος είναι ταύτα τα λογίδια,
άξεστοι στίχοι και παιδιαριώδες ρήμα;
Άφες ν’ απέλθω του θεάτρου παραχρήμα
και λυτρωθείς να στρέψω εις τα ίδια.

»Της Ρώμης ο αήρ σ’ έφθειρεν εντελώς.
Αντί να κατακρίνης επαινείς δειλώς
κ’ επευφημείς τον βάρβαρον – πώς λέγεται;

»Γαβρέντιος, Τερέντιος; – όστις απλώς
δια Λατίνων ατελλάνας ων καλός,
την δόξαν του Μενάνδρου μας ορέγεται».



Στα 1969 (Αύγουστος) η «Σκηνή Νέας Αττικής Κωμωδίας» του Κλ. Καραγιώργη παρουσιάζει σε περιοδεία σε Αρχαία θέατρα με δική του σκηνοθεσία τους «ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ», σε μετάφραση Άγγ. Λαύρα, σκηνογραφίες Μάρκου Ζέρβα - Μ. Τσαγγαράκη, χορογραφίες; Γιάννη Φλερύ και κοστούμια Ευαγ. Ολύμπιου. Την επόμενη χρονιά (1970 Καλοκαίρι) ο ίδιος θίασος παρουσιάζει σ' ένα εορταστικό κύκλο με τον τίτλο «Μενάνδρεια», εκτός απ' την επανάληψη των «ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΩΝ», και τον «ΔΥΣΚΟΛΟ» σε κοινό πρόγραμμα. 
Η σκηνοθεσία είναι του Κλέαρχου Καραγιώργη, η μετάφραση του Θρ. Σταύρου, η σκηνογραφία του Μάρκου Ζέρβα, η χορογραφία του Γιάννη Φλερύ, τα κοστούμια του Νίκου Απέργη και η μουσική του Β. Αρχιτεκτονίδη. Η παράσταση γνώρισε επίσης επαναλήψεις σε περιοδεία στο εσωτερικό με διανομές, φυσικά, διαφορετικές.

Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος έρχεται σήμερα να δώσει μια τρίτη ερμηνεία του «Δύσκολου» και συγχρόνως μια παγκόσμια σκηνική πρώτη (έχει προηγηθεί μία τηλεοπτική πρώτη από το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) της «Σαμίας».

ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. ΙΟΡΔΑΝΙΔΗΣ
Πτυχιούχος Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης
Παρίσι, Ιούλιος '75»


ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ 


Πηγές
  • Χάρτνολ, Φύλλις, Ιστορία του θεάτρου, Εκδόσεις υποδομή, 1980
  • Οικονόμου Γεώργιος και Αγγελινάρας Γεώργιος, Βιβλιογραφία των εμμέτρων νεοελληνικών μεταφράσεων της αρχαίας ελληνικής δραματικής ποιήσεως, Αθήναι 1973
  •  Γιάννης Κοπιδάκης   Παν Κρήτης 
  • ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝΑ
  •  Department of Classics, The University of Texas at Austin
















ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ