Η ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΤΗΝ «ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ» ΕΠΟΧΗ ...ΔΗΛΑΔΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΩΝ


ΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΩΝ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΔΟΞΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Το πλαίσιο για την ανάπτυξη της ελληνιστικής τέχνης από τον  θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. έως και την κατάκτηση από τους Ρωμαίους από την Αίγυπτο το 30 π.Χ..και την συνέχεια όπου ο ελληνική γλυπτική   συνεχίστηκε διαχρονικά και μέσα στον Ρωμαϊκό κόσμο  και την Ρωμηοσύνη.

Ως ελληνιστική εποχή ορίζεται το διάστημα από την ανάρρηση του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο θρόνο του Μακεδόνικου βασιλείου (336 π.Χ.) έως τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.).
Ως εκλεγμένος «στρατηγός αυτοκράτωρ» των Ελλήνων, ο Μέγας Αλέξανδρος εκστρατεύει το 334 π.Χ. προς Ανατολάς. Με την κατάλυση του περσικού βασιλείου και την κατάκτηση της Περσικής αυτοκρατορίας , της Αιγύπτου και της Ινδικής (334-323 π.Χ.) δημιουργείται μία νέα αυτοκρατορία, όπου μεταλαμπαδεύεται η ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός αποκτά πάλι οικουμενικό χαρακτήρα. Οι ελληνικές πόλεις-κράτη
χάνουν την αυτονομία τους και οδηγούνται σε πολιτική παρακμή. Τα πολιτικά και πολιτιστικά κέντρα μετατοπίζονται γεωγραφικώς και η ακτινοβολία των πόλεων της κυρίως Ελλάδας περιορίζεται.
Από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ. γίνεται αισθητή η αλλαγή στην τέχνη, καθώς κατακτάται η τρίτη διάσταση στο πλάσιμο των μορφών και αυτές ανοίγονται με άνεση στο χώρο. Το έργο δύο μεγάλων γλυπτών, του Πραξιτέλη και του Λυσίππου, θέτει τις βάσεις για τις κατοπινές εξελίξεις.
Το κύριο χαρακτηριστικό της γλυπτικής των ελληνιστικών χρόνων είναι ο ρεαλισμός, είτε πρόκειται για έργα που παριστάνουν το στιγμιαίο και τις καθημερινές ασχολίες των απλών ανθρώπων είτε -στην υπερβολή του- σε απεικονίσεις μυθολογικών σκηνών και ηρώων γεμάτων πάθος, έντονη κίνηση και θεατρικότητα. Η πιο σαφής, όμως, έκφανση του ρεαλισμού βρίσκεται στην τέχνη του πορτραίτου που ξεκινά στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου και συνεχίζεται στην εποχή των διαδόχων του, ως έκφραση της πολιτικής ιδεολογίας και των επιδιώξεων τους. Στις απεικονίσεις των φιλοσόφων επιχειρείται να αποτυπωθούν οι αρχές της διδασκαλίας τους και επιτυγχάνεται η απόδοση θαυμαστής ψυχογραφικής εκφραστικότητας.
Στα ελληνιστικά χρόνια, εκτός από την Αθήνα, αναδεικνύονται σε ακμαία κέντρα καλλιτεχνικής παραγωγής η Ρόδος, η Αλεξάνδρεια, η Πέργαμος και άλλες πόλεις της Μικρός Ασίας. Χαρακτηριστικό της εποχής είναι η κινητικότητα των καλλιτεχνών, στοιχείο που οδήγησε σε δημιουργικές ανταλλαγές τόσο στο θεματολόγιο όσο και στην τεχνοτροπία. Τα ονόματα πλήθους καλλιτεχνών, αλλά και έργα τους, είναι γνωστά: ο Σκόπας, ο Βρύαξις, ο Δοιδάλσας, ο Πολύευκτος, ο Χαιρέστρατος, ο Δαμοφών, ο Ευκλείδης, ο Χάρης και ο Πασιτέλης είναι λίγοι μόνο γλύπτες από εκείνους που, μετακινούμενοι στις αυλές των ηγεμόνων ή αναλαμβάνοντας παραγγελίες πλούσιων ιδιωτών, φιλοτέχνησαν περίφημα έργα και έθεσαν τις βάσεις ποικίλων εκφραστικών τρόπων που επηρέασαν βαθύτατα τη γλυπτική του Δυτικού κόσμου

Εξέχοντες γλύπτες αυτής της περιόδου π.Χ.:
Λεωχάρης - Αθηνών 350-300
Κηφισόδοτος ο νεώτερος 325-275
Ευτυχίδης της Σικυώνας 300-250 Πελοποννήσου 

Αρχέλαος της Πριήνης 300 - Ιωνία
Χάρης της Λίνδου 300 - Ρόδος 
Δημοφώντας της Μεσσηνίας. 200-150 Πελοποννήσου

Δοιδάλσης 250 - Βηθυνίας  

Βόηθος της Χαλκηδόνας  220-160 Βηθυνία
Αγήσανδρος 150 - Ρόδος 
Απολλώνιος από τις Τράλλεις 120-80 Αθήνα 
Ταυρίσκος από τις Τράλλεις 100 -; Μικρά Ασία - 2ος αιώνας π.Χ.).
Αγασίας της Εφέσου, της Μικράς Ασίας 100-50 
Απολλώνιος της Αθήνας 100-50



Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΑΥΤΗΣ

Κατά τη διάρκεια της συνεχιζόμενης διάρκειας των 11 ετών περιόδου από τις  κατακτήσεις  με τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου (334 - 323), φθάνοντας στις βόρειο-δυτικές περιοχές της Ασίας η εξάπλωση ελληνικής τέχνης  στην  Ινδία επηρέασαν την εμφάνιση και τη φύση της σε πολλά πολιτιστικά κέντρα, συμπεριλαμβανομένων των  ελληνικών, τα ελληνικά της Ινδίας και της ελληνο-βουδιστικής τέχνης , αλλά και η ίδια είχε επηρεαστεί από σημαντικές αλλαγές.
Η ρεαλιστική γλυπτική , η κλασική ,η νατουραλιστική φάση περνά μέσα από τις εκφραστικές μορφές .
Πλούσιοι πελάτες ανέθεσαν  γλυπτά  για τη διακόσμηση των σπιτιών και των ανακτόρων, οι καλλιτέχνες έπαψαν να εφαρμόζουν κανονικά το  ιδανικό και να  εκπροσωπούν τους απλούς ανθρώπους σε μια τυπική σκηνή της καθημερινής ζωής, με έμφαση την ηλικία τους, δίνοντας έμφαση στην ατομικότητα, και ακόμη και την ασχήμια τους. Ωστόσο, η ανάπτυξη της ελληνιστικής γλυπτικής ήταν ανισομερώς απλωμένη σε χιλιάδες  χιλιόμετρα λόγο της τεράστιας επικράτειας των Ελλήνων.
Ο σχηματισμός πολλών ελληνιστικών πόλεων  στη συντριπτική τους πλειοψηφία σε περιοχές της Αιγύπτου, της Συρίας, της Ανατολής, στην Βακτρία στην κοιλάδα του Ινδού, η κατασκευή των ναών ή στα πλούσια σπίτια και με την επακόλουθη διάχυση των γλυπτών ως ένα κομμάτι του εξοπλισμού , έδωσε σχεδόν βιομηχανικές διαστάσεις στη φύση της γλυπτικής  με επικεφαλής την τυποποίηση με αποτέλεσμα να μειώσει  ίσως το επίπεδο της τέχνης. Λόγω του μεγέθους της παραγωγής έχουν διασωθεί βέβαια περισσότερα παραδείγματα ελληνιστικής τέχνης από ό, τι της κλασικής εποχής.
Από την άλλη πλευρά, το αρχικό ελληνικό κέντρο τέχνης, το  οποίο μετακόμισε από την Αττική προς τα νησιά και τη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας αναπτύχθηκε μια άλλη μορφολογία και εξέλιξη της ελληνικής γλυπτικής , δημιούργησε δε και διάφορες σχολές γλυπτικής .
Ένα κοινό χαρακτηριστικό από τα μεγαλύτερα έργα της ελληνιστικής γλυπτικής ήταν η ανάπτυξη των παραδοσιακών μυθολογικών θεμάτων σε μια νέα βάση που λειτουργεί η πολυπλοκότητα της σύνθεσης, της δυναμικής της  κίνησης  (Σύμπλεγμα  Λαοκόοντα, ο Βωμός του Δία της Περγάμου), αναλογία και επιμήκυνση του σώματος, συναισθηματικές χειρονομίες και τις εκφράσεις του προσώπου (θνήσκων Γαλάτης ) και την ανάπτυξη της  δεξιοτεχνίας του ενδύματος  (η Νίκη της Σαμοθράκης).
Αυτή η τάση μανιερισμού ήταν επίσης και  αύξηση της κλίμακας στα γλυπτά, ως ένα ακραίο παράδειγμα είναι ο Κολοσσός της Ρόδου από τα τέλη του τρίτου αιώνα μ.Χ. με μέγεθος συγκρίσιμο με το σύγχρονο, Άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη.


ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ