Η παράδοση της Σπάρτης: O «Πόλεμος» που συνεχίζεται



Paul Cartledge 

Θα ξεκινήσω με ένα προσωπικό σχόλιο· το 2004 ο δήμος της Σπάρτης μου έκανε τη
μεγάλη τιμή να με ανακηρύξει επίτιμο δημότη του. Και αυτό, όπως με πληροφόρησαν, σε
αναγνώριση των ακαδημαϊκών, αλλά και των λιγότερο ακαδημαϊκών δημοσιεύσεών μου για τη
Σπάρτη σε μια περίοδο άνω των τριάντα ετών. Και επειδή συνέβαλα στην προώθηση της
πληρέστερης κατανόησης του ρόλου της αρχαίας Σπάρτης στην παγκόσμια ιστορία τόσο με το
συγγραφικό μου έργο όσο και με τις διαλέξεις, τις ανακοινώσεις και τη διδασκαλία μου στο
Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ και αλλού. Είμαι πραγματικά πολύ χαρούμενος που «έκανα αυτό
που μου αναλογούσε», όπως λέμε εμείς οι Άγγλοι, στον αγώνα για την αρχαία αλλά και τη
σύχρονη Σπάρτη και θα συνεχίσω να το κάνω όσο καλύτερα μπορώ. Για παράδειγμα, το
πρόσφατο βιβλίο μου που εκδόθηκε το Σεπτέμβριο του 2006 στη Μεγάλη Βρετανία έχει τον,
δίχως ίχνος σεμνότητας, τίτλο, Thermopylae: The Battle that Changed the World
(Θερμοπύλαι: Η μάχη που άλλαξε τον κόσμο).


Ωστόσο, στο παρόν δοκίμιο ο σκοπός μου είναι μάλλον διαφορετικός. Θα
προσπαθήσω να θέσω τη δική μου ταπεινή εργασία σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, και μάλιστα σε
εκείνο μιας ολόκληρης πολιτιστικής κληρονομιάς: αυτής που έχει χαρακτηριστεί από την
εκλιπούσα μεγάλη ακαδημαϊκό της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ Elizabeth Rawson ως Η
σπαρτιατική κληρονομιά στην ευρωπαϊκή διανόηση – προκειμένου να γίνει κατανοητή η
έννοια «ευρωπαϊκός», όπως η ίδια την εννοούσε, θα πρέπει να συμπεριληφθεί στη μελέτη η
συνέχεια και η προέκτασή της στη Βόρεια Αμερική. Και για να γίνει κατανοητή η έννοια
«παράδοση», θα πρέπει να συμπεριληφθούν οι μύθοι, οι θρύλοι αλλά και η απλή φαντασία.


Η μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. αποτελεί ένα ιδιαίτερα
σχετικό σύγχρονο
παράδειγμα αυτής της σπαρτιατικής παράδοσης. Μία κινηματογραφική ταινία
χρηματοδοτούμενη από το Χόλλυγουντ, Οι 300, βασισμένη στο εικονογραφημένο
μυθιστόρημα με τον ίδιο τίτλο του Frank Miller, έχει προβληθεί στις
κινηματογραφικές αίθουσες το 2007. Δεν είναι δύσκολο να ερμηνευθεί το ενδιαφέρον που
έχει η μάχη των Θερμοπυλών για τους σκηνοθέτες ταινιών που απευθύνονται στο πλατύ
κοινό.

 Η ιστορία βασίζεται σε ηρωικά κατορθώματα ανδρών γεμάτα από δράση, όπου υπάρχει
η απόλυτη μορφή αυτοθυσίας για το καλό όχι μόνο μίας πατρίδας αλλά ενός πολιτισμού. Σε
ένα βαθύτερο επίπεδο, αυτή η δράση συνδυάζεται με μία μεγάλη σύγκρουση πολιτισμών
Ανατολής και Δύσης, καθώς οι δυνάμεις της κραταιάς περσικής αυτοκρατορίας του βασιλιά
Ξέρξη αντιμετώπισαν τις σχετικά μικρές και διχασμένες δυνάμεις της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Σίγουρα πρόκειται για μια συνταγή που εγγυάται την επιτυχία, σε περισσότερους , μάλιστα,
από έναν τομείς.

Ωστόσο, στην πραγματικότητα το μήνυμα των Θερμοπυλών δεν είναι καθόλου απλό ή
ξεκάθαρο. Οι Έλληνες που αντιστάθηκαν υπό την καθοδήγηση των Σπαρτιατών και των
Αθηναίων νίκησαν τελικά και απέκρουσαν την εισβολή του Ξέρξη το 480 και το 479 π.Χ.
Όμως οι μάλλον ασταθείς ελληνικές συμμαχικές δυνάμεις υπό το βασιλιά Λεωνίδα και τους
τριακοσίους Σπαρτιάτες του, αλλά χωρίς άμεση βοήθεια από την Αθήνα, έχασαν αυτή την
πρώτη μάχη της εκστρατείας στις Θερμοπύλες – και μάλιστα ολοκληρωτικά. 

Η ήττα των Σπαρτιατών έχει προκαλέσει ερωτήματα σχετικά με το γιατί ακριβώς επέλεξαν να πολεμήσουνεξ αρχής σε αυτή τη μάχη και γιατί πολέμησαν με αυτόν τον τρόπο – με ένα μόνο μικρόεπίλεκτο τμήμα που ήταν καταδικασμένο σε σχεδόν βέβαιο θάνατο. Αυτή η αντιπαράθεση
βρίσκεται κοντά στην ουσία του παρόντος δοκιμίου. Δεν είναι μόνο ή τόσο το ζήτημα της
αρχαίας Σπάρτης, όπως έχει περάσει διά μέσου των αιώνων στους μύθους, την παράδοση και
τους θρύλους. Μάλλον, πρόκειται για μια αναπαραγόμενη ποικιλία από συχνά αντικρουόμενες
ή αντιφατικές εικόνες, οράματα, περιγραφές και ιδέες για τη Σπάρτη που έχουν μεταδοθεί από
τον 5ο αι. π.Χ. έως σήμερα.

Τυπικά, η παράδοση στη φιλολογική μορφή της ξεκίνησε με δύο έργα (που δεν
σώζονται) σχετικά με τα σπαρτιατικά έθιμα του αμφιλεγόμενου Αθηναίου πολιτικού Κριτία στα
τέλη του 5ου αι. π.Χ. Ο Κριτίας, πρώην μαθητής του Σωκράτη, ήταν ένας ακραίος
σκληροπυρηνικός ολιγαρχικός, εντελώς αντίθετος στο δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας,
υπό το οποίο γεννήθηκε και έζησε για το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του. Το 411
π.Χ. και κυρίως το 404 π.Χ., κατόρθωσε να ικανοποιήσει τη βαθιά του επιθυμία βοηθώντας
στην οργάνωση συνωμοσιών που ανέτρεψαν τη δημοκρατία στην Αθήνα και την αντικατέστησαν με ένα καθεστώς, το οποίο είχε λιγότερη σχέση με την ισονομία και ήταν
πολύ πιο κοντά στις ιδεολογικές του προτιμήσεις.

 Το 404 π.Χ. κατάφερε να εξασφαλίσει γιατον εαυτό του την ηγεσία μίας μικρής αλλά ισχυρής ομάδας τριάντα ανδρών που κυβέρνησαντην Αθήνα για περίπου ένα χρόνο. Η εξουσία τους ήταν τόσο σκληρή ώστε απέκτησαν τοχλευαστικό επωνύμιο Τριάκοντα Τύραννοι που δικαίως διατηρήθηκε στην ιστορία. Αυτό τοκαθεστώς υπήρξε πράγματι τόσο απάνθρωπο και αιμοσταγές ώστε σύντομα αποξένωσε όχιμόνο την πιο μετριοπαθή πλευρά στην Αθήνα αλλά ακόμη και τους αρχικούς προστάτες τους,τους Σπαρτιάτες, που εκείνη την εποχή κυριαρχούσαν στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας και του Αιγαίου ως επακόλουθο της νίκης τους στον Αθηνο-Πελοποννησιακό πόλεμο.

Το 403 π.Χ., μία μάχη έλαβε χώρα στον Πειραιά ανάμεσα στους Τριάκοντα και τα μέλη της
εγχώριας δημοκρατικής πλευράς, όπου συμμετείχαν και ορισμένες ελληνικές πόλεις για δικούς
τους λόγους. Οι δυνάμεις των Τριάκοντα ηττήθηκαν κατά κράτος, ο ίδιος ο Κριτίας σκοτώθηκε
και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε, ακόμη όμως υπό την κυρίαρχη αν και σχετικά ήπια
καθοδήγηση της Σπάρτης.

Είναι μία από τις πλέον ειρωνικές μεταστροφές της πολιτικής ιστορίας το γεγονός ότι
οι ίδιοι οι Σπαρτιάτες θα εγκατέλειπαν έναν από τους μεγαλύτερους υπερασπιστές και
υποστηρικτές τους. Σε ένα καπρίτσιο της πολιτιστικής ιστορίας, τα δύο έργα του Κριτία όσον
αφορά τα έθιμα και τις πρακτικές των Σπαρτιατών θεωρούνται ως απολύτως
αντιπροσωπευτικά της προέλευσης της σπαρτιατικής παράδοσης αν και έχουν γραφτεί από
έναν Αθηναίο στην Αθήνα για ένα κατεξοχήν αθηναϊκό κοινό.

 Οι ίδιοι οι Σπαρτιάτες, όπως ήταν γνωστό σε όλους, δεν ήταν ιδιαίτερα εγγράμματοι (Σημ. σε Σύγκριση με την Αθήνα) ούτε συνήθιζαν να γνωστοποιούν τις απόψεις τους χρησιμοποιώντας το γραπτό λόγο, πόσο μάλλον δε, το λογοτεχνικό. Ο αγαπημένος τρόπος ομιλίας τους ήταν ο «λακωνικός» λόγος – που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν τους. Πάντως, Aθηναίοι συγγραφείς, όπως ο Κριτίας, και μη-Aθηναίοι συγγραφείς εγκατεστημένοι στην Αθήνα, όπως ο Αριστοτέλης, αναπληρώνουν και με το παραπάνω τη σιγή των Σπαρτιατών αναφορικά με τους ίδιους.

Πράγματι, ο όγκος των στοιχείων σχετικά με το «πώς όντως ήταν» στη Σπάρτη
προέρχεται από αθηναϊκές ή εκείνες με βάση την Αθήνα γραφίδες– και μάλιστα από ένα
συμμαθητή του Κριτία και μαθητή του Σωκράτη, τον Ξενοφώντα. Εν τούτοις, οι εικόνες και οι
έννοιες που αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα της σπαρτιατικής παράδοσης τους τελευταίους
είκοσι τέσσερις αιώνες δεν περιορίζονται με κανένα τρόπο στην «καλή» λογοτεχνία. Για χάρη
της ιστόρησης, θα παραθέσω παραδείγματα από λιγότερο επίσημα γραπτά για τη Σπάρτη,καθώς και από μη-γραπτές, οπτικές πηγές, και θα εστιάσω στη μάχη των Θερμοπυλών και το
ρόλο που έπαιξε σε αυτήν ο βασιλιάς Λεωνίδας.


Υπάρχει ένα στερεότυπο που επαναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια που ο
σπαρτιατικός μύθος διατήρησε τη φήμη του, από την αρχαιότητα έως και τη σύγχρονη εποχή,
που λέει ότι οι Σπαρτιάτες ήταν εχθροί του πολιτισμού ή ότι σε κάθε περίπτωση,
περιφρονούσαν την απλή θεωρητική σκέψη εν αντιθέσει με την πρακτική σοφία και την
εφαρμοσμένη φιλοσοφία. Αυτό το στοιχείο αποτελούσε μία από τις αρετές που, παραδόξως,
κέρδισε τον έπαινο του βαθέως διανοούμενου αλλά φιλολάκωνα Ρουσσώ. 

Όπως και αρκετοί άλλοι, ο Ρουσσώ είχε αναπτύξει την άποψη ότι οι Σπαρτιάτες ήταν ένας λαός ακαλλιέργητος που δεν είχε πνευματικές ενασχολήσεις. Η ιδέα αυτή είχε σχηματιστεί μέσα από τη μελέτη του Πλουτάρχου, αγαπημένου Έλληνα συγγραφέα του Ρουσσώ.

Ο Πλούταρχος (περ. 46-120 μ.Χ.) έγραψε τους Βίους Παράλληλους, βιογραφίες
διάσημων αρχαίων Ελλήνων και εξίσου διάσημων, αλλά όχι πάντα τόσο αρχαίων Ρωμαίων ―
τους οποίους συνταίριασε και σύγκρινε: για παράδειγμα, τον Αλέξανδρο με τον Ιούλιο
Καίσαρα, και, πιο σχετικό με εμάς, τον Λυκούργο και τον Νουμά. 
Δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί όλοι οι Βίοι που έγραψε και ανάμεσα στις απώλειες υπάρχει μία για την οποία λυπάμαι ιδιαίτερα: ο βίος του βασιλιά Λεωνίδα. Ωστόσο, κάποιο ίχνος ή σκιά αυτής της χαμένης βιογραφίας σώζεται σε ένα είδος κειμένου που έχει επαινεθεί πολύ λιγότερο: στη
συλλογή των αποφθεγμάτων των Σπαρτιατών και άλλων, τη συγκέντρωση της οποίας
αποδίδουν στον Πλούταρχο.

Τέτοιου είδους φράσεις ή γνωμικά ήταν αγαπητά στους αρχαίους Έλληνες. Για
παράδειγμα, το παροιμιώδες «Κοίτα το τέλος» ή, όπως αυτό εκφράστηκε από το σοφό
Αθηναίο δημόσιο άνδρα Σόλωνα στις Ιστορίαι του Ηροδότου «Μηδένα προ του τέλους
μακάριζε», συνοψίζει τη μάλλον μοιρολατρική άποψη ότι μέχρις ότου να δει κανείς πόσο καλό
ή άσχημο θάνατο έχει ένας άνθρωπος δεν μπορεί να αποδώσει τελική κρίση όσον αφορά τηνευτυχία που γνώρισε στη ζωή του. Ελάχιστοι Έλληνες, και πράγματι ελάχιστοι άνθρωποι,
πέθαναν καλύτερα ή ευτυχέστερα από τον Λεωνίδα. Κάτι που βοηθά να εξηγηθεί ο λόγος που
ο Πλούταρχος θέλησε να συντάξει τη βιογραφία του, καθώς και ο λόγος που οι Σπαρτιάτες
θέσπισαν ιερό και ετήσιες γιορτές προς τιμήν του. Δύο αποφθέγματα που του έχουν αποδοθεί
και τα οποία αρχικά θα ανήκαν στο χαμένο Βίο του, διασώθηκαν επειδή ο Πλούταρχος τα
συμπεριέλαβε στη συλλογή του, Βασιλέων Αποφθέγματα και Στρατηγών (Ηθικά 5).

Πρώτα, κατά τη διάρκεια της παύσης αρκετών ημερών προτού η τριήμερη μάχη
αρχίσει στις Θερμοπύλες τον Αύγουστο του 480 π.Χ., ο Ξέρξης υποτίθεται ότι έστειλε ένα
αυταρχικό μήνυμα στο Λεωνίδα: Κατάθεσε τα όπλα σου!
Ο Λεωνίδας λέγεται ότι έδωσε μία κλασικά λακωνική απάντηση, μόλις δύο λέξεις στη λακωνική
διάλεκτο: «μολων λαβέ» . Έλα να τα πάρεις!
Ο Ηρόδοτος παρουσιάζει τον Ξέρξη να βράζει από οργή για το ότι υπήρχαν Έλληνες στο
πέρασμα που είχαν το θράσος και την τόλμη να αντισταθούν στη δύναμη και το μεγαλείο του.
Καθώς το τέλος της μάχης πλησίαζε, άλλο ένα σπαρτιατικό, γνήσια λακωνικό, χαριτολόγημα –
αυτό ήδη σώζεται στον Ηρόδοτο – συλλαμβάνει την ηρωικά μακάβρια ποιότητα αυτής της
τελευταίας πράξης αντίστασης. Όταν του είπαν ότι υπήρχαν τόσοι πολλοί τοξότες στο περσικό
στρατόπεδο που τα τόξα τους θα καλύψουν τον ήλιο, ο Διηνέκης λέγεται ότι δήλωσε:
Τόσο το καλύτερο – Θα τους πολεμήσουμε υπό σκιάν!

Ο Λεωνίδας, επίσης, έδειξε πόσο αληθινά Σπαρτιάτης ήταν όταν εκστόμισε απότομα μία
δεύτερη κουβέντα. Αυτά, υποτίθεται ήταν τα λόγια του προς τους άνδρες του όταν τους
διέταξε να φάνε πρωινό πριν την τελική αναμέτρηση: Αυτό το βράδυ, θα δειπνήσουμε στον Άδη

Οι αναγνώστες και ακροατές στην αρχαία Ελλάδα, που γνώριζαν πολύ καλά την
Οδύσσειά τους, θα θυμούνταν την περίφημη περιγραφή της καθόδου του Οδυσσέα στον
Κάτω Κόσμο του Άδη. Εκεί, ο Οδυσσέας έπρεπε να προμηθεύσει τα φαντάσματα των νεκρών
ψυχών, που αλαφροπετούσαν αξιοθρήνητα στο σκοτάδι, με αίμα απαραίτητο για να
αποκτήσουν έστω αμυδρή ομοιότητα ζωντάνιας. 

Η σημασία του μακάβριου ευφυολογήματος του Λεωνίδα ήταν ότι μετά από εκείνο το πρωινό δεν θα υπήρχε άλλο γεύμα για τους πολεμιστές του πουθενά είτε στη γη είτε κάτω από αυτήν. Η καλύτερη μοίρα που θα μπορούσαν να ελπίζουν να έχουν ήταν οι σκιές τους να βρουν το δρόμο τους στον κάτω κόσμο προς κάποιο σχετικά άνετο σκοτεινό χώρο στα Ηλύσια πεδία, και ο πλέον σίγουρος τρόπος για να κατακτήσουν αυτήν την ευτυχέστατη μετά θάνατον κατάσταση ήταν να έχουν έναν όμορφο θάνατο.

Ο Πλούταρχος, και μάλιστα προς τιμήν του, δεν ενδιαφερόταν αποκλειστικά για τα
αποφθέγματα ανδρών. Ανάμεσα στις ρήσεις που αποδίδονται σε γυναίκες και που ο ίδιος
διέσωσε για την ιστορία, το μεγαλύτερο μέρος κατά πολύ έχει πιστωθεί στις γυναίκες της
Σπάρτης. Όπως ο Ηρόδοτος πρώτος τόνισε σε ιστορικό έργο, οι Σπαρτιάτισσες αποτελούσαν
ζωτικά στοιχεία στη συνολική στρατιωτική συμπεριφορά και εικόνα της Σπάρτης. Επίσης,
κατόρθωσαν να αποκτήσουν μεγάλη φήμη – ή κακό όνομα – σε άλλα μέρη της Ελλάδας για
το ότι δεν ήταν παραδοσιακά θηλυκά. Όχι μόνο είχαν κάτι να πουν, αλλά δεν φοβόντουσαν
να το δηλώσουν, δημόσια και μπροστά – ή και ακόμη απευθείας – στους άνδρες τους.

Για το λόγο αυτό, σύμφωνα με ένα από τα Λακωνικά αποφθέγματα του Πλουτάρχου,
οι Σπαρτιάτισσες σύζυγοι και μητέρες συνήθιζαν να κραυγάζουν την αυστηρή διαταγή «Ή ταν ή επί τας» (ή με αυτή ή επάνω σε αυτή) στους συζύγους ή γιους τους λίγο προτού
ξεκινήσουν για εκστρατεία. «Αυτή» ήταν η ασπίδα του οπλίτη πολεμιστή. Οι άνδρες,
επομένως, έπαιρναν την ακόλουθη οδηγία από τις γυναίκες: είτε να επιστρέψουν από τη μάχη
ζωντανοί, μαζί με την ασπίδα τους (η εγκατάλειψη της ασπίδας ήταν βαρύ έγκλημα για τονοπλίτη), ή να επιστρέψουν νεκροί εν δόξει επάνω στην ασπίδα τους στους ώμους των
συμπολεμιστών τους. Αυτή η λακωνική φράση ήχησε στους αιώνες καθ’ όλη τη διάρκεια της
αρχαιότητας. Έχει θεωρηθεί ότι συμβολίζει απόλυτα το μαχητικό πνεύμα των Σπαρτιατισσών,
καθώς και την ολοκληρωτική από μέρους τους αποδοχή των στρατιωτικών – και προ πάντων
ανδρικών – αξιών της Σπάρτης.
Στο πλαίσιο αυτής της ανεκδοτικής διάθεσης μπορεί να ενταχθεί το επεισόδιο με τη
Σπαρτιάτισσα Γοργώ, η οποία λέγεται ότι κάποτε ρωτήθηκε από μία επικριτική – ή φθονερή –
μη-Σπαρτιάτισσα γυναίκα, «Γιατί μόνο εσείς οι Σπαρτιάτισσες έχετε εξουσία επάνω στους
άνδρες σας;». Η Γοργώ απέφυγε επιδέξια την ερώτηση και εξαπέλυσε την απάντησή της
«Επειδή εμείς οι Σπαρτιάτισσες είμαστε οι μόνες γυναίκες που γεννούμε [αληθινούς] άνδρες!»
Βέβαια, η Γοργώ δεν ήταν μία οποιαδήποτε γυναίκα της Σπάρτης. Υπήρξε κόρη ενός
Σπαρτιάτη βασιλιά, του Κλεομένη Α΄, και σύζυγος ενός δεύτερου, του Λεωνίδα. Τέτοιου
είδους μαρτυρίες αναφορικά με το γυναικείο πληθυσμό της Σπάρτης οδήγησαν τον ιστορικό
μυθιστοριογράφο Steven Pressfield στο βιβλίο του Πύλες της Φωτιάς (Gates of Fire, 1998) να
προσθέσει ένα επιπλέον στοιχείο στην εξήγησή του για τον τρόπο επιλογής της επίλεκτης
φρουράς των Τριακοσίων που πήραν μέρος στις Θερμοπύλες.

Στη διήγησή του, ο Λεωνίδας προσωπικά επέλεξε τους Τριακοσίους αλλά έδωσε
μεγάλη προσοχή στην πιθανή συμπεριφορά των συζύγων τους – που σύντομα θα έμεναν
χήρες – και στο βαθμό που το πρόωρο πένθος τους θα επηρέαζε το ηθικό της Σπάρτης στο
σύνολό της. \εν υπάρχει απολύτως κανένα άμεσο ιστορικό αποδεικτικό στοιχείο για αυτή τη
φανταστική υπόθεση. Αλλά ο Pressfield τουλάχιστον στήριξε τη διαίσθησή του στη
συμπεριφορά (μαρτυρείται από τον Ξενοφώντα) των γυναικών συγγενών των Σπαρτιατών
πολεμιστών που είτε πέθαναν είτε, χειρότερα, επέζησαν της καταστροφικής ήττας στα
Λεύκτρα της Βοιωτίας έναν αιώνα αργότερα, τo 371 π.Χ. Ενώ οι συγγενείς εκείνων που
σκοτώθηκαν είχαν γενναία και χαμογελαστή όψη, εκείνες των επιζώντων, που περιέγραψαν
την ατιμωτική ιστορία, κρύβονταν στη σκιά μακριά από τα δημόσια βλέμματα και βουτηγμένες
στην ντροπή.


Όλοι γνωρίζουν πώς ο Λεωνίδας κέρδισε τον αιώνιο ύπνο, αυτή την «εκπλήρωση που
εύχεται κανείς ολόψυχα» (από τα λόγια του σαιξπηρικού Άμλετ). Η ήττα του στις Θερμοπύλες
ήταν αναπόφευκτη. Αλλά εκείνο που ο ίδιος και οι Τριακόσιοι του έδειξαν, και έπρεπε να
δείξουν, ήταν ότι μπορούσε να υπάρξει αντίσταση εναντίον των Περσών και κάποια μέρα,
ακόμη και νίκη. Μόνο άνδρες εκπαιδευμένοι όπως οι Σπαρτιάτες θα μπορούσαν να συλλάβουν,
πόσο μάλλον δε να εκτελέσουν, την αυτοθυσία εκφοβισμού που οι Θερμοπύλες απαιτούσαν.
Οι Θερμοπύλες ήταν, επομένως, για τους Σπαρτιάτες και τους άλλους λιγοστούς Έλληνες που
αντιστάθηκαν ταυτόχρονα ήττα και μία ηθική, εννοώντας για το ηθικό των Ελλήνων, νίκη.

Ως τέτοια, αντηχεί μέσα στους αιώνες και πουθενά πιο έντονα από ότι στο διάσημο
ιστορικό πίνακα του Jacques-Louis David των αρχών του 19ου αιώνα που βρίσκεται σήμερα
στο Λούβρο. Λέγεται ότι ο Ναπολέων είχε πει στον αυλικό ζωγράφο ότι αδυνατούσε να
κατανοήσει το λόγο που ένας καλλιτέχνης θα έχανε τόσο χρόνο και κόπο για να απεικονίσει
μία ομάδα ηττημένων. Άλλη μία ειρωνία της ιστορίας. Αλλά εμείς πάλι γνωρίζουμε, ενώ ο ίδιος
ο Ναπολέων όχι, τι είδους τέλος θα είχε ο Κορσικανός αυτοκράτορας και ότι η παντοτινή
φήμη του Λεωνίδα έχει αποδείξει ότι ο David βρισκόταν στη σωστή πλευρά αυτού του
πολιτιστικό-πολιτικού πολέμου.

Και ολοκληρώνω: η Σπάρτη σήμερα, για ό,τι επιφυλάσσει το μέλλον, δεν είναι ένα
απλό όνομα αλλά ένα «χαρακτηριστικό σήμα». Για παράδειγμα, το επίθετο «spartan»
(σπαρτιατικός) και το συγγενές του «laconic» (λακωνικός) είναι λέξεις κανονικής και συχνής
χρήσης στην αγγλική γλώσσα της Βρετανίας και της Αμερικής. Παρ’ όλα αυτά, η Σπάρτη υπό
μία έννοια έχει συνεχή ανάγκη επαναπροσδιορισμού. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, το
σήμα χρειάζεται να διασωθεί από κάθε σκιά ή ίχνος απολυταρχισμού που πιθανώς παραμένει
ακόμη από την εποχή του φρικτού 20ού αιώνα, όταν η Σπάρτη υιοθετήθηκε από τη Ναζιστική
Γερμανία ως υποτιθέμενος πρόγονος και πρότυπο συμπεριφοράς. Τώρα πλέον, η Σπάρτη θα
πρέπει να συνδέεται με την υπαρκτή σπαρτιατική κοινωνία που γέννησε τον Λεωνίδα και
κατέστησε εφικτή τη μάχη των Θερμοπυλών. Αυτή ήταν μία κοινωνία που όχι μόνο ήταν σε
θέση να συλλάβει, αλλά και να φέρει σε πέρας την ιδέα και το ιδανικό του να πολεμά κανείς
και να πεθαίνει για μία υψηλή ηθικό-πολιτική έννοια – αυτή της ελληνικότητας και της
ελευθερίας.

Ως τέτοια, αντηχεί μέσα στους αιώνες και πουθενά πιο έντονα από ότι στο διάσημο
ιστορικό πίνακα του Jacques-Louis David των αρχών του 19ου αιώνα που βρίσκεται σήμερα
στο Λούβρο. Λέγεται ότι ο Ναπολέων είχε πει στον αυλικό ζωγράφο ότι αδυνατούσε να
κατανοήσει το λόγο που ένας καλλιτέχνης θα έχανε τόσο χρόνο και κόπο για να απεικονίσει
μία ομάδα ηττημένων. Άλλη μία ειρωνία της ιστορίας. Αλλά εμείς πάλι γνωρίζουμε, ενώ ο ίδιος
ο Ναπολέων όχι, τι είδους τέλος θα είχε ο Κορσικανός αυτοκράτορας και ότι η παντοτινή
φήμη του Λεωνίδα έχει αποδείξει ότι ο David βρισκόταν στη σωστή πλευρά αυτού του
πολιτιστικο-πολιτικού πολέμου.



Και ολοκληρώνω: η Σπάρτη σήμερα, για ό,τι επιφυλάσσει το μέλλον, δεν είναι ένα
απλό όνομα αλλά ένα «χαρακτηριστικό σήμα». Για παράδειγμα, το επίθετο «spartan»
(σπαρτιατικός) και το συγγενές του «laconic» (λακωνικός) είναι λέξεις κανονικής και συχνής
χρήσης στην αγγλική γλώσσα της Βρετανίας και της Αμερικής. Παρ’ όλα αυτά, η Σπάρτη υπό
μία έννοια έχει συνεχή ανάγκη επαναπροσδιορισμού. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, το
σήμα χρειάζεται να διασωθεί από κάθε σκιά ή ίχνος απολυταρχισμού που πιθανώς παραμένει
ακόμη από την εποχή του φρικτού 20ού αιώνα, όταν η Σπάρτη υιοθετήθηκε από τη Ναζιστική
Γερμανία ως υποτιθέμενος πρόγονος και πρότυπο συμπεριφοράς. Τώρα πλέον, η Σπάρτη θα
πρέπει να συνδέεται με την υπαρκτή σπαρτιατική κοινωνία που γέννησε τον Λεωνίδα και
κατέστησε εφικτή τη μάχη των Θερμοπυλών.

  Αυτή ήταν μία κοινωνία που όχι μόνο ήταν σε θέση να συλλάβει, αλλά και να φέρει σε πέρας την ιδέα και το ιδανικό του να πολεμά κανείς και να πεθαίνει για μία υψηλή ηθικό-πολιτική έννοια – αυτή της ελληνικότητας και της ελευθερίας.

Εάν δεν ήταν οι Σπαρτιάτες, θεωρώ, ότι εκείνο που ονομάζουμε «η Δόξα που ήταν η
Ελλάδα», ακολουθώντας τον Poe, κατά ένα μεγάλο μέρος είτε δεν θα είχε συμβεί καθόλου
είτε θα είχε ξεχαστεί από τις επόμενες γενιές. Με αυτή τη λογική, οι Θερμοπύλες ήταν
πράγματι η μάχη που άλλαξε την παγκόσμια ιστορία, και συνεπώς θα επαναλάβω ότι είναι
μεγάλη τιμή αλλά και τεράστια ευχαρίστηση για μένα να έχω συνδέσει το πρόσωπό μου, ως
επίτιμος δημότης της σύγχρονης Σπάρτης, με την κληρονομιά ενός τέτοιου ιστορικού
παραδείγματος.

Paul Cartledge



ΣΗΜ 1. Είμαι ευτυχής που μου ζητήθηκε να συμμετάσχω σε αυτόν τον κατάλογο, ο οποίος
αντιπροσωπεύει την πρώτη προσπάθεια να παρουσιαστεί ως σύνολο μία επιλογή
σπαρτιατικών έργων σε βορειοαμερικανικό περιβάλλον. Τις ειλικρινείς μου ευχαριστίες στον
πρέσβη κ. Τσίλα για την ιδιαίτερα ευγενική του πρόσκληση, καθώς και στην κα Αμαλία
Κοσμετάτου, η οποία φρόντισε με ιδιαίτερη ζεστασιά να διευκολύνει τη συμμετοχή μου.



Επιλεγμένη βιβλιογραφία

Cartledge 1999. Cartledge 2001. Cartledge 2006. Finley 1962.
Losemann 1977. Losemann 2003. Ollier 1973. Powell - Hodkinson 1994. Rawson 1969.
Rebenich 2004. Talbert 2005. Tigerstedt 1974

ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΝΟΝΙΚΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΚΛΙΚ ΕΠΑΝΩ ΤΗΣ